09 Σεπτεμβρίου 2013

Εγγλέζικο και Bolognese με στόχο τον Σαργό

Κείμενο - φωτογραφίες: Γιάννης Γιατράκος - Δημήτρης Αντύπας
  
Anoigma.jpgΟ σαργός αποτελεί το κορυφαίο θήραμα στις τεχνικές που συμπεριλαμβάνουν τη χρήση φελλού ακριβώς όπως η τσιπούρα στο casting και το λαβράκι στο spinning. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αναλύουμε τα υπέρ και τα κατά των τεχνικών του εγγλέζικου και του Bolognese με μέτρο σύγκρισης ψαρευτικές εξορμήσεις για σαργούς σε διαφορετικά μέρη και βάθη.




07.jpgΣτόχος και απώτερος σκοπός αυτού του άρθρου δεν είναι το συγκριτικό τεστ για το πια είναι η εν κατακλείδι καλύτερη τεχνική, αλλά για το που και πως μπορούμε να εφαρμόσουμε την κάθε μία ή ακόμα και να συνδυάσουμε τις δύο τεχνικές για να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Με το παραπάνω σκεπτικό, διαλέγουμε βραχώδεις τοποθεσίες με διαφορετικά βάθη και μορφολογία βυθού για να πραγματοποιήσουμε ανεξάρτητες ψαρευτικές εξορμήσεις ακόμα και σε δύσκολες για σαργούς εποχές όπως τώρα όπου τα ψάρια είναι αυγομένα και δύσκολα τσιμπάνε στα εργαλεία μας.

Οι τοποθεσίες είναι πάρα πολλές αλλά για λόγους αρθρογραφίας θα περιοριστούμε σε τέσσερα διαφορετικά σενάρια. Ο πρώτος τόπος μπορεί να είναι αρκετά βαθύς με βάθος περίπου τρείς οργιές στα πρώτα μέτρα απόσταση από τα βράχια και μετά να αρχίζει μια αποχή που να οδηγεί σε βυθό βάθους ακόμα και 25 ή παραπάνω μέτρων. Ο δεύτερος τόπος μπορεί είναι μια ρηχή ξέρα γεμάτη χαράκια με βάθος έως δύο οργιές που δημιουργεί ένα μεγάλο και ομοιόμορφο πεδίο μάχης σε μεγάλη απόσταση από τα βράχια. Ο τρίτος τόπος μπορεί να είναι από τα πρώτα μέτρα βαθύς στα 10 με 14 περίπου μέτρα βάθος. Ο τέταρτος και τελευταίος τόπος, μπορεί να έχει ενιαίο βάθος έως τρεις οργιές περίπου και η σύσταση του βυθού να αποτελείται από βραχώδεις συστάδες με αραιά φύκια σε διάφορα σημεία του.
Πάγια και εποχιακή «σαργό-τακτική»
Η αναγκαστική προσαρμογή των ψαρεμάτων μας στους απαιτητικούς μήνες Απριλίου -; Μαΐου μας οδηγεί να πραγματοποιήσουμε τις εξορμήσεις μας από τις πρώτες μεσημεριανές ώρες μέχρι λίγες ώρες μετά τη δύση του ηλίου γνωρίζοντας ότι τα νερά δεν έχουν ανεβάσει αρκετά τη θερμοκρασία τους. Έτσι θεωρούμε ότι θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας με το φως της ημέρας παρά όταν πέσει το σκοτάδι, αντίθετα δηλαδή με τα καλοκαιρινά και πρώτα χειμωνιάτικα ψαρέματα σαργών. Γνωρίζοντας επίσης ότι οι σαργοί αυτή την εποχή είναι αυγομένοι, θεωρούμε ότι έτσι κι αλλιώς θα είναι πολύ επιφυλακτικοί στον τρόπο που τρώνε. Έτσι αποκλείουμε τη χρήση αλεύρων για μαλάγρα για να αποφύγουμε τυχόν αντίθετα αποτελέσματα και για μια ακόμη φορά αντίθετα με την τακτική που ακολουθούμε κατά τους πρώτους χειμωνιάτικους μήνες.
Σαν πάγια τακτική, ακολουθούμε μερικά κοινά συμπεράσματα που έχουν αποκτηθεί από τα έως τώρα ψαρέματά μας για σαργούς. Στο πρώτο πράγμα που συμφωνούμε είναι ότι επειδή στο σαργό αρέσει το ρεύμα, το σουέλ και η αφρουδιά, θα πραγματοποιούσαμε τις ψαρευτικές μας εξορμήσεις σε αυτές τις συνθήκες. Τα παραπάνω μας οδηγούν στη χρήση μακριών παράμαλλων μίας οργιάς τουλάχιστον και όσο το δυνατόν μεγαλύτερων απλωμάτων των βαριδιών της αρματωσιάς με ιδανικό ερμάτισμα έως +2 γραμμάρια, για να εναρμονίζεται η κίνηση του δολώματός μας με τη κίνηση των ρευμάτων και σε αρκετές περιπτώσεις «εγγλέζικο» στήσιμο της αρματωσιάς μας ακόμα και σε καλάμι Bolognese.
Ενδείξεις στο φελλό
Οι σαργοί τσιμπάνε με τουλάχιστον δύο βασικούς τρόπους ανάλογα με το βάθος που τους ψαρεύουμε. Παρόλο που ζουν σε θαλάμια, έχουν τη τάση να ανεβαίνουν αρκετά ψηλότερα για να φάνε γεγονός που ευνοεί τη χρήση bigattini ως δόλωμα και μαλάγρα στις τεχνικές του εγγλέζικου και του Bolognese.
09.JPGΟ πρώτος τρόπος που παρατηρούμε ειδικά όταν ψαρεύουμε αρκετά ψηλότερα από το βυθό αλλά στο ιδανικό βάθος όπου θέλουν οι σαργοί, είναι η γρήγορη αρπαγή του δολώματός μας και η γρήγορη κάθοδος του ψαριού προς το βυθό με αποτέλεσμα την απότομη εξαφάνιση του φελλού μας, την άμεση παραβολή του καλαμιού μας και την ακουστική πανδαισία των φρένων του μηχανισμού μας. Το ψάρι είναι κατά 99% καρφωμένο από το πλαϊνό μέρος των χειλιών του ανίκανο μεν να μας κόψει το παράμαλλο μας με τα δόντια του, αλλά αρκετά ικανό να μας κόψει το παράμαλλο σε κάποιο βράχο εάν δεν το σταματήσουμε εγκαίρως από τη φόρα που έχει αποκτήσει.
Ο δεύτερος τρόπος είναι αρκετά «πονηρός» κρίνοντας από τις ελάχιστες μετατοπίσεις στη πλεύση του φελλού μας και συμβαίνει κυρίως όταν ψαρεύουμε ελάχιστα πάνω από το βυθό ή αρκετά ψηλότερα από το βάθος στο οποίο θα ήθελαν οι σαργοί. Οι ενδείξεις είναι ελάχιστα «πατήματα» του φελλού μας για λίγα δευτερόλεπτα ή μικρές «πλαϊνές» μετατοπίσεις που μας δείχνουν την παρουσία ψαριού στο δολωμένο μας αγκίστρι αλλά συνάμα μεγάλη επιφυλακτικότητα από μέρος του. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να καταπιεί το μικρό αγκίστρι και να μας κόψει το παράμαλλο με τα δόντια κατά τη διαδικασία του καρφώματος ή κατά τη διάρκεια της μάχης εάν δεν καρφώσουμε εγκαίρως τη σωστή στιγμή. Το πώς «διαβάζουμε» σωστά τα τσιμπήματα των επιφυλακτικών σαργών είναι θέμα εμπειρίας που αποκτιέται έπειτα από αρκετές εξορμήσεις για σαργούς αλλά και πειραματισμό σε σχέση με το βάθος που τους ψαρεύουμε. Από προσωπικές εκτιμήσεις, πατήματα και πλάγιο-μετατοπίσεις που διαρκούν για πάνω από δύο τρία δευτερόλεπτα, ισοδυναμούν με κάρφωμα.

Rock fishing με καιρό
03.jpgΜε τα παραπάνω στο μυαλό μας, ξεκινάμε αυτή την εποχή τις εξορμήσεις στα βράχια όταν κρίνουμε ότι οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στο ιδανικό. Τα βραχώδη μέρη, είναι οι κατεξοχήν τόποι προτίμησης των σαργών και το περπάτημα πάνω στα βράχια είναι κάτι που πρέπει να συνηθίσουμε. Αν το rock fishing σημαίνει ψάρεμα από βράχια τότε αυτό το είδος ψαρέματος έχει περάσει στο πετσί όλων των ψαράδων της εγγλέζικης τεχνικής. Ένα καλάμι και μία απόχη στο χέρι με τον εξοπλισμό μας να περιορίζεται στο μίνιμουμ για να μειώσουμε το περιττό βάρος και η περιπέτεια στα βράχια αρχίζει. Όταν επικρατούν ισχυροί νότιο-δυτικοί άνεμοι ενισχύουν τη ρεστία και το φούσκωμα των νερών δημιουργεί μια ικανοποιητική αφρουδιά χωρίς την παρουσία κυμάτων μιας και διαλέγουμε να αντιμετωπίσουμε τους ανέμους από πίσω και ίσως λίγο πλάι μας προτιμώντας τα ρηχότερα νερά. Στους ελαφρούς βόρειους και βόρειο-ανατολικούς άνεμους έως 3-4 bfts. επιλέγουμε να ψαρέψουμε κατάφατσα και ίσως λίγο στο πλάι σε πιο βαθιά νερά για να ευνοηθούμε από τους αφρούς που δημιουργούνται από το αντιμάμαλο. Σαφέστατα μπορούμε να ψαρέψουμε και με παραπάνω αέρα αλλά χρειαζόμαστε πιο βαρύ και ισχυρό εξοπλισμό κάτι που θα καλύψουμε σε επόμενο άρθρο.







Σενάριο 1ο: Στα όρια της αποχής
10.JPGΕάν πετύχουμε σημείο όπου στο βάθος από 3 οργιές αρχίζει μια αποχή για το «χαίρε βάθος αμέτρητον» σε συνδυασμό με ένα ελαφρύ βοριαδάκι κόντρα, τότε βρήκαμε και τον ιδανικό τόπο για το ψάρεμα των σαργών. Ιδανικός εξοπλισμός είναι το εξάμετρο καλάμι Bolognese με σταθερή αρματωσιά εγγλέζικου στησίματος μήκους 5.50 μέτρων η οποία ψαρεύει άνετα στα όρια της αποχής. Το «πάντρεμα» των δύο τεχνικών κρίνεται αναπόφευκτο όταν το βάθος είναι αρκετά μεγαλύτερο από το μακρύτερο εγγλέζικο καλάμι της αγοράς που είναι 4.80 μέτρα και απαιτεί συρόμενο στήσιμο. Σαφέστατα μπορούμε να ψαρέψουμε και με συρόμενη αρματωσιά, όμως η εμπειρία μας από τέτοια μέρη, μας υποδεικνύει ότι το σταθερό σύστημα έχει περισσότερα πλεονεκτήματα όσον αφορά την ένδειξη τσιμπήματος αλλά και την αμεσότητα του καρφώματος.

Διαλέγουμε ένα φελλό waggler, straight ή bodied με ερμάτισμα +1 ή +2 γραμμάρια, σύμφωνα πάντα με τις επιταγές της έντασης του ανέμου και ερματίζουμε με bulk κάτω από το φελλό μας, ένα dropper βαριδάκι των 0,10 γραμμαρίων ακριβώς πάνω από τη θηλιά του loop μας και προσθέτουμε ένα παράμαλλο fluorocarbon μήκους έως και δύο μέτρων (σχήμα 1). Μπορούμε επίσης, να χρησιμοποιήσουμε σταθερό φελλό Bolognese και να ερματίσουμε όπως και στο εγγλέζικο στήσιμο ή ακόμα καλύτερα να περάσουμε μια τορπίλη βάρους περίπου στο σύνολο του ερματίσματος του φελλού, πάνω στο πλαστικό ή μεταλλικό σωληνάκι που βρίσκεται κάτω από το φελλό και να το σταθεροποιήσουμε με μερικά σωληνάκια σιλικόνης. Τα υπόλοιπα, ισχύουν όπως παραπάνω.
Ανάλογα με την κατεύθυνση του αέρα και των ρευμάτων, ρίχνουμε την αρματωσιά μας λίγο πριν ή λίγο μετά τα όρια της αποχής και αφήνουμε το κύμα και το ρεύμα να μας παρασύρει σιγά-σιγά πάνω στη γόνιμη ζώνη. Ρίχνουμε μία σφεντονιά bigattini πάνω στο φελλό μας, αμέσως μετά αφότου πέσει η αρματωσιά μας στο νερό. Το γεγονός ότι ψαρεύουμε σχετικά βαθιά και αρκετά κοντά αναδεικνύει την προοδευτική δράση ενός καλαμιού Bolognese κατά τη διάρκεια της μάχης μ' έναν καλό σαργό καθώς τον σταματά και τον κουράζει γρηγορότερα τη στιγμή που τραβάει για τα πιο βαθιά νερά της αποχής.




Σενάριο 2ο: Σε ρηχή ξέρα
08.jpgΡηχές ξέρες με βάθος έως δύο οργιές που φτάνουν σε μεγάλη απόσταση από τα βράχια υπάρχουν πολλές στα Ελληνικά νερά και θα προσπαθήσουμε να τις ψαρέψουμε κατά προτίμηση με δυνατούς νότιους ανέμους που θα τους έχουμε στη πλάτη και έχουν την ιδιότητα να ριτιδιάζουν και να φουσκώνουν τα νερά. Το μικρό βάθος αλλά και ο δυνατός άνεμος επιβάλλουν τη χρήση εγγλέζικου καλαμιού μήκους από 3,90 έως 4,50 μέτρα ανάλογα με το τι μας βολεύει στο χέρι. Διαλέγουμε ένα φελλό τύπου straight waggler με ικανότητα ερματίσματος έως +1 γραμμάρια και τοποθετούμε το bulk των βαριδιών στο φελλό με τη μορφή backshot και ένα dropper βαριδάκι των 0,10 γραμμαρίων πάνω από τη θηλιά του loop.

Για παράμαλλο χρησιμοποιούμε fluorocarbon μήκους μιας οργιάς (σχήμα 2). Ρίχνουμε μερικές σφεντονιές με bigattini και παρατηρούμε πόσο μακριά φτάνουν και ανάλογα την απόσταση πραγματοποιούμε τη βολή μας. Κατά τη διάρκεια της μάχης με τους σαργούς της ξέρας, παρουσιάζεται η ανάγκη ενός εγγλέζικου καλαμιού με γρήγορη ή έστω ημιπαραβολική δράση καθώς την περισσότερη ώρα δουλεύουμε το ψάρι μακριά και υπό γωνία άνω των 45 μοιρών για να το οδηγήσουμε με ασφάλεια στον αφρό, μακριά από τα επικίνδυνα χαράκια.

Σενάριο 3ο: Στα βαθιά
Εκτός από αρκετά λιμάνια, πολλά είναι και τα βραχώδη σημεία με τα κοφτά βαθιά νερά ιδίως στα νερά του Κορινθιακού κόλπου αλλά και στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου. Ιδανικά μέρη για να τα ψαρέψουμε με κόντρα βοριά κάτω από τη μύτη ενός καλαμιού Bolognese μήκους 6 ή ακόμα και 7 μέτρων. Διαλέγουμε ένα συρόμενο Bolognese φελλό αρκετά στρογγυλεμένο στη κορυφή του για να αντέχει στον κυματισμό και στην κόντρα που του υποβάλλουμε με τη μύτη του καλαμιού μας. Ο ερματισμός γίνεται με έναν συνδυασμό από bulk και droppers, όπου το bulk αποτελείται από τα δύο τρίτα του συνολικού βάρους ερματίσματος τοποθετημένα κάτω από το φελλό και το υπόλοιπο ένα τρίτο του βάρους τοποθετείτε με βαριδάκια droppers 70 εκατοστά κάτω από το bulk to πρώτο και με 20 εκατοστά μάξιμουμ απόσταση μεταξύ τους. Το fluorocarbon παράμαλλό μας μπορεί να περιοριστεί στο 1,5 μέτρο μήκος (σχήμα 3). Η κατευθείαν κάθετη μάχη με κάποιο δυνατό ψάρι, κάνει απαραίτητη τη χρήση Bolognese καλαμιού ενώ στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι πιο ασφαλές να χρησιμοποιήσουμε μαλάγρα με μορφή αλεύρων όλες τις εποχές.

Σενάριο 4ο: Ενιαίο βάθος
05.jpgΣε πολλές βραχώδεις περιοχές εξωτερικά, η σύσταση του βυθού είναι παρόμοια και στο εσωτερικό του και η μονοτονία αυτή σπάει από διάσπαρτες συστάδες φυκιών που βρίσκονται σε διάφορα σημεία του. Οι φυκιάδες της περιοχής, εκτός της τροφής που προσφέρουν στα ψάρια έχουν την ιδιότητα να αποτελούν και ένα προσωρινό μα και ασφαλές ταυτόχρονα καταφύγιο για κάθε περίσταση. Αν ο βυθός στην ευρύτερη περιοχή έχει βάθος περίπου τρεις με τέσσερεις οργιές χωρίς απότομες διαφορές και μας δίνει μια αίσθηση ομοιογένειας, τότε το μόνο που μένει είναι να ανακαλύψουμε το ιδανικό σημείο στο οποίο θα λάβει μέρος το ψάρεμά μας. Οι ιδανικές συνθήκες για να το ψαρέψουμε, θα είναι φυσικά με τον αέρα στην πλάτη και το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να διαπιστώσουμε είναι το πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν τα μικρά σκουληκάκια με τη βοήθεια της σφεντόνας μας. Κατόπιν, θα ρίξουμε την αρματωσιά μας στο σημείο που υπολογίσαμε και θα φροντίσουμε έτσι ώστε τα bigattini που ρίχνουμε για μαλάγρα, να πέφτουν λίγο μετά από το φελλό μας. Σε τέτοιους βυθούς, τα ψάρια συνήθως παραμένουν σε κάποια απόσταση από το σημείο που βρισκόμαστε και θα πρέπει με τη βοήθεια του μαλαγρώματος να τα φέρουμε σταδιακά όλο και πιο κοντά έτσι ώστε να μπορούμε να τα ψαρέψουμε. Με βάση τον αέρα που φυσάει προς τα ανοιχτά, το πιθανότερο είναι το ρεύμα να είναι προς τα έξω ίσως και λίγο πλάγια. Γι' αυτό μαλαγρώνουμε μετά το φελλό μας για να μπορεί η μαλάγρα μας να μαλαγρώνει στο ίδιο σημείο στο οποίο βρίσκεται το αγκίστρι μας. Ιδανικό καλάμι στη συγκεκριμένη περίπτωση, θεωρούμε ένα εγγλέζικου τύπου μέχρι 4,80 μέτρα και φυσικά σταθερό στήσιμο αρματωσιάς με ιδανικό μήκος παράμαλλου τουλάχιστον δυο μέτρων, όπως στην πρώτη περίπτωση. Εδώ, δεν μας απασχολεί ιδιαίτερα η χρήση ενός «γρήγορου» εγγλέζικου καλαμιού, καθώς δεν υπάρχουν πιθανά κοψίματα από μυτερά βράχια και υπάρχει μεγάλη άνεση χώρου για να «δουλευτούν» τα ψάρια με άνεση. Για τους πιο τολμηρούς και έμπειρους, η χρήση Bolognese καλαμιού με ιδανικό μήκος τα πέντε ή και έξι μέτρα με εγγλέζικο στήσιμο αρματωσιάς, φυσικά σταθερής όπως παραπάνω, αποτελεί πραγματικό ατού στα χέρια κάποιου ο οποίος δεν πτοείται από τον αέρα που φυσάει από την πλάτη και του κατεβάζει το καλάμι στις κρίσιμες στιγμές της πάλης μ' ένα μεγάλο σαργό. Η μεγάλη παραβολή του καλαμιού σε συνδυασμό με τη χρήση οριακά ερματισμένων φελλών και της αντεπιστροφής του μηχανισμού, εγγυώνται μεγάλα και πονηρά θηράματα να αναπαύονται παραδομένα στο δίχτυ της μεγάλης απόχης. Η χρήση απόχης με μήκος τουλάχιστον τέσσερα μέτρα, θεωρείται απαραίτητη και το τελευταίο σημείο που θα πρέπει να δώσουμε προσοχή είναι στα βράχια στα οποία καθόμαστε να στεκόμαστε όσο πιο πίσω μπορούμε έτσι ώστε να μην τρομάζουμε τα ψάρια με τις κινήσεις μας.

Συμπεράσματα
Τα κυρίως συμπεράσματα που βγαίνουν από τα παραπάνω αν τα περιορίσουμε σε σημεία κλειδιά, είναι τα εξής:
    skitsa_01-05.jpg
  • 06.jpgΣταθερή vs. συρόμενη αρματωσιά: Μέχρι εκεί που μας επιτρέπει το βάθος του βυθού, επιδιώκουμε να ψαρέψουμε με σταθερή αρματωσιά εκμεταλλευόμενοι τα μεγαλύτερα μήκη των Bolognese καλαμιών λόγω των ιδιότροπων τσιμπημάτων των επιφυλακτικών σαργών. Για μια ακόμα φορά, σταθερή αρματωσιά ισούται με καλύτερη ένδειξη τσιμπήματος και αμεσότητα στο κάρφωμα. Χρησιμοποιούμε συρόμενη αρματωσιά μόνο όταν το επιβάλλει το μεγάλο βάθος του βυθού.
  • Επιλογή καλαμιού ανάλογα με τη γωνία μάχης: Όσο μεγαλώνει το βάθος του βυθού τόσο πιο κοντά ψαρεύουμε και τόσο πιο κάθετα είμαστε αναγκασμένοι να πραγματοποιούμε της μάχες μας. Αντίθετα, όσο πιο ρηχά είναι τα νερά, τόσο πιο μακριά χρειάζεται να ψαρεύουμε και τόσο πιο οριζόντια με το σώμα μας είμαστε αναγκασμένοι να κρατάμε το καλάμι κατά τη διάρκεια της μάχης.
  • Προσαρμογή και πειραματισμός: Όπως σε όλες τις τεχνικές ψαρέματος αλλά και σε όλα τα είδη ψαριών, είμαστε υποχρεωμένοι να προσαρμόσουμε την τακτική μας σύμφωνα με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν και τις εποχιακές ιδιοτροπίες. Ο πειραματισμός είναι απαραίτητος βρίσκοντας το ιδανικό βάθος ψαρέματος ανάλογα με τους τόπους που επιλέγουμε να ψαρέψουμε.

Αγκίστρια
01.jpgΜεγάλη η γκάμα των αγκιστριών που μπορούμε να βρούμε στην Ελληνική αγορά με πολλές προδιαγραφές και υλικά κατασκευής. Συρμάτινα, carbon ακόμα και Teflon coated είναι ικανά να καλύψουν όλες τις ψαρευτικές μας ανάγκες. Για τους σαργούς προτιμάμε αγκίστρια από 16 νούμερο έως 10, ανάλογα με το είδος και την ποσότητα του δολώματος που χρησιμοποιούμε, ενώ όταν χρησιμοποιούμε χοντρά εργαλεία με καιρό μπορούμε να φτάσουμε και σε νούμερα από 6 έως 2, ανάλογα φυσικά και το δόλωμα που χρησιμοποιούμε. Το είδη των αγκιστριών που προτείνονται είναι τα κοντόλαιμα, ίσια ή ελάχιστα στραβά, με μικρό αρπάδι (micro barb) και σχετικά μεγάλο άνοιγμα (wide gap).


Παράμαλλα
 02.jpg
Απαραίτητα fluorocarbon όσο το δυνατόν πιο μαλακά και με αντοχή στα γδαρσίματα (abrasion resistance) είναι τα ιδανικά χαρακτηριστικά των παράμαλλων που χρειαζόμαστε. Επιλέγουμε νούμερα από 0,12 mm έως 0,18 ανάλογα με το βυθό και τη σκληρότητα των καλαμιών μας, ενώ στη περίπτωση που κάνουμε βαρύ Bolognese μπορούμε να φτάσουμε και τα 0,25 mm.

Το άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιoδικό "Ψαρεύω"


 ΠΗΓΗ : customrods.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου