του Βασίλη Τζανίνη
Το εγγλέζικο αποτελεί ένα είδος παράκτιου ψαρέματος ευρέως διαδεδομένου μεταξύ των μελών της ψαρευτικής κοινότητας. Ελάχιστοι είναι πλέον αυτοί που δεν έχουν ψαρέψει, που δε γνωρίζουν ή που δεν έχουν έστω ακούσει γι’ αυτή την παράξενη αλλά και συνάμα συναρπαστική τεχνική με τους μακρόστενους φελλούς, τις πολύ ψιλές πετονιές και τα καλάμια με τους «αμέτρητους» οδηγούς.
Το εν λόγω ψάρεμα είχα την τύχη να το γνωρίσω δίπλα σε έναν από τους καλύτερους – όπως φημολογείται – του είδους, το Γιάννη Γιατράκο. Ο «δάσκαλος», όπως τον αποκαλούν οι περισσότεροι, ευθύς εξαρχής μου έδωσε να καταλάβω ότι το σημαντικότερο πράγμα στην εγγλέζικη τεχνική είναι η αποκωδικοποίηση των συνθηκών που επικρατούν στον τόπο που θέλουμε να ψαρέψουμε, ώστε να προσαρμόσουμε ανάλογα την αρματωσιά μας και να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Τα ρεύματα, ο κυματισμός, η ηλιοφάνεια ή η συννεφιά παίζουν καθοριστικό ρόλο όσον αφορά τη διατροφική συμπεριφορά των ψαριών. Υπάρχουν βέβαια και δευτερεύοντες αλλά εξίσου σημαντικοί παράγοντες για την επιτυχή έκβαση ενός ψαρέματος όπως η φάση της σελήνης, η ατμοσφαιρική πίεση κ.α. αλλά ας μην περιπλέκουμε τα πράγματα τόσο. Όλα τα παραπάνω τα συνειδητοποίησα στην πράξη με τον καλύτερο τρόπο μέσα από ένα πολύωρο ψάρεμα «ειδικών» συνθηκών.
Κυριακή πρωί και η συνάντηση μεταξύ των μελών της παρέας είχε οριστεί νωρίς ώστε να τακτοποιηθούν οι τελευταίες λεπτομέρειες. Μια γρήγορη ματιά στον καιρό και μετά από μια μίνι σύσκεψη καταλήξαμε στο σημείο που θα μεταβαίναμε για το ψάρεμά μας, ένα βραχώδες πάτημα κοντά στο Λαύριο. Τον κύριο λόγο της επιλογής μας αποτέλεσε η διεύθυνση του ανέμου που στο συγκεκριμένο σημείο ερχόμενος από την ξηρά όχι μόνο δεν θα μας δυσκόλευε αλλά θα αποτελούσε και σύμμαχο για πιο μακρινές βολές.
Φτάνοντας στο σημείο, το οποίο είχαμε επισκεφτεί ξανά στο παρελθόν, τρόμαξα να το αναγνωρίσω αφού οι συνθήκες που επικρατούσαν ήταν τέτοιες που παρόμοιες δεν είχα συναντήσει ξανά. Ο ουρανός βαρύς, γεμάτος, με σύννεφα απειλητικά κι έτοιμα ανά πάσα στιγμή να μας κάνουν να καταφύγουμε στο αυτοκίνητο ώστε να γλυτώσουμε από μια επικείμενη καταρρακτώδη βροχή. Η θάλασσα, λόγω της σοροκάδας των προηγούμενων ημερών, χτυπούσε με δύναμη και σκέπαζε τα βράχια καθιστώντας το μέρος στα μάτια ενός άπειρου ψαρά ακατάλληλο για οποιαδήποτε απόπειρα ψαρέματος.
Βλέποντας τα υπόλοιπα μέλη της παρέας να κατεβαίνουν το βραχοτόπι, ακολούθησα διστακτικά το όλο εγχείρημα προσπαθώντας να εντοπίσω ένα σημείο με κύριο γνώμονα το να παραμείνω στεγνός για το υπόλοιπο της ημέρας. Το θετικό, έχοντας ξαναβρεθεί στο συγκεκριμένο μέρος, ήταν ότι γνώριζα ήδη το βάθος κι επομένως το είδος της αρματωσιάς που θα χρησιμοποιούσα για το ψάρεμά μου.
Μιά σταθερή αρματωσιά με μήκος δυό οργιές, η οποία λόγω μορφολογίας των ελληνικών ακτών δουλεύει άριστα στο 80 με 90% των περιπτώσεων θα ήταν η επιλογή μου. Ένα καλάμι μήκους 4,80 μ., ημιπαραβολικής δράσης κι ένας μηχανισμός 2500 με μπροστινά φρένα και πετονιά διαμέτρου 0.20 mm θα αποτελούσαν τον ψαρευτικό συνδυασμό μου. O φελλός, ένας μολυβωμένος waggler 4+1, περασμένος με στριφτοπαραμάνα στη μάνα, υποερματισμένος λόγω κυματισμού, ένα παράμαλλο μήκους μιας οργιάς και διαμέτρου 0.18 mm, το οποίο λόγω ρευμάτων αποδείχτηκε σοφή επιλογή, κι ένα αγκίστρι 10άρι με κρίκο ολοκλήρωσαν την αρματωσιά μου. Το δόλωμα που χρησιμοποιήσαμε, προνύμφες μύγας η αλλιώς μπιγκατίνι, έχει αποδειχθεί ότι δουλεύει άριστα χωρίς την παρουσία περαιτέρω μαλάγρας, καθώς η τελευταία πολλές φορές μπορεί να επιφέρει τα αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Οι αρματωσιές, η μία μετά την άλλη, ρίχτηκαν στο νερό και το ψάρεμα μας ξεκίνησε. Η επιτυχής έκβαση του έκανε την εμφάνισή της από πολύ νωρίς. Στη δεύτερη μόλις βολή ο φελλός εξαφανίστηκε από την επιφάνεια και μετά από μια μικρή αναμονή ώστε να σιγουρευτούμε ότι το ψάρι έχει φάει σωστά, και το κάρφωμα που επακολούθησε, ένας σαργός 450 περίπου γραμμαρίων βρέθηκε στα χέρια μου ύστερα από μια αρκετά αξιόλογη μάχη. Η συνέχεια ανάλογη. Το ένα μετά το άλλο, σαργοί αλλά και τσιπούρες αξιοσέβαστου μεγέθους κατέληγαν στην απόχη. Η ένταση και ο ενθουσιασμός ήταν τέτοια που καθ’όλη τη διάρκεια του ψαρέματος δεν αντιλήφθηκα καν ότι η θάλασσα είχε εισχωρήσει στα ενδότερα του ρουχισμού μου παρόλα τα προστατευτικά αδιάβροχα που είχα επιστρατεύσει. Το τέλος της ημέρας με βρήκε με αλιεύματα συνολικού βάρους 5 περίπου κιλών κι ενα χαμόγελο που αρνιόταν πεισματικά να εγκαταλείψει το πρόσωπό μου. Είχα πάρει για τα καλά το «βάπτισμα του πυρός»...
Συμπερασματικά μιλώντας, και λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία που αποκόμμισα την ημέρα εκείνη, ξεκίνησα στα επόμενα ψαρέματα να παρατηρώ και να αναλύω τις συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε ψαρότοπο. Ως γνωστό, η εγγλέζικη τεχνική χρησιμοποιεί πολύ λεπτά εργαλεία με σκοπό την παραπλάνηση των αλιευτικών στόχων και μέχρι πρότινος έδειχνε να τα καταφέρνει αρκετά καλά. Δυστυχώς για μας, ευτυχώς για τα ιχθυαποθέματα, τα ψάρια δείχνουν να έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν και να αποκωδικοποιούν κι αυτά με τη σειρά τους τις δικές μας επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές. Έχει παρατηρηθεί λοιπόν ότι, ενώ σε αψάρευτους τόπους η εν λόγω τεχνική εξακολουθεί να αποδίδει ικανοποιητικά, σε μέρη όπου υπάρχει πληθώρα παράκτιων ψαράδων τα αποτελέσματα είναι πενιχρά. Τι έχει συμβεί? Η γνώμη μου είναι πως τα ψάρια-στόχοι των παράκτιων αλιέων έχοντας αντιληφθεί το τι συμβαίνει έχουν αποτραβηχτεί είτε σε μεγαλύτερα βάθη είτε σε μέρη όπου η πρόσβαση από ξηράς είναι αδύνατη. Λείπει όμως μια σημαντική παράμετρος από την εξίσωση. Οι συνθήκες...
Στις κατάλληλες συνθήκες όπου η ορατότητα στο βυθό είναι περιορισμένη λόγω του έντονου κυματισμού τα ψάρια είναι φυσικό να νιώθουν πιο άνετα και οι αντιστάσεις και οι φοβίες τους να κάμπτονται. Ένας ακόμη λόγος είναι και η ανάδευση των υλικών του βυθού που φέρνει στην επιφάνεια επιπλέον τροφή και κάνει τα ψάρια να επιστρέφουν σε ρηχά σημεία για να τραφούν άφοβα, καμουφλαρισμένα καθώς νομίζουν ότι είναι από τη θολούρα. Σε τέτοιες συνθήκες λοιπόν έχουμε πολύ αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας, σε αντίθεση με τις ημέρες όπου η διαύγεια των υδάτων είναι μεγάλη λόγω της απουσίας ανέμου και κυματισμού ή λόγω της έντονης ηλιοφάνειας.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι το εγγλέζικο ψάρεμα, όντας μια τεχνική με φελλό, είναι αρκετά ευεπηρέαστο απο τις καιρικές συνθήκες. Παρότι με την πάροδο του χρόνου τα εργαλεία και οι αρματωσιές που χρησιμοποιούμε έχουν εξελιχθεί και προσπαθούν πεισματικά να καταπολεμήσουν τα καιρικά εμπόδια, δυστυχώς δεν μπορούν να παρακάμψουν και τους νόμους της Φυσικής.
Αναλογιζόμενοι όλα τα παραπάνω, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι χρόνο με το χρόνο η αναζήτηση των ψαριών αποτελεί μια αρκετά δύσκολη υπόθεση για τους παράκτιους αλιείς ανεξαρτήτως τεχνικής, ακόμη και για τεχνικές όπως το εγγλέζικο όπου η παρουσίαση και η διακριτικότητα είναι το κύριο όπλο και ύψιστης σημασίας. Αυτό που απομένει λοιπόν, καθώς οι επιλογές φαίνεται να εξαντλούνται είναι να αναζητήσουμε αυτούς τους επιπλέον παράγοντες που θα συντελέσουν στην επιτυχία μας. Ίσως αυτοί να βρίσκονται στις κατάλληλες συνθήκες. Ίσως τελικά ακόμη και το εγγλέζικο να πρέπει να αναδειχθεί σε ένα ψάρεμα... «ειδικών» συνθηκών...
το άρθρο έχει δημοσιευτεί στις 11/06/2014 στα Κυνηγετικά Νέα
Το εγγλέζικο αποτελεί ένα είδος παράκτιου ψαρέματος ευρέως διαδεδομένου μεταξύ των μελών της ψαρευτικής κοινότητας. Ελάχιστοι είναι πλέον αυτοί που δεν έχουν ψαρέψει, που δε γνωρίζουν ή που δεν έχουν έστω ακούσει γι’ αυτή την παράξενη αλλά και συνάμα συναρπαστική τεχνική με τους μακρόστενους φελλούς, τις πολύ ψιλές πετονιές και τα καλάμια με τους «αμέτρητους» οδηγούς.
Το εν λόγω ψάρεμα είχα την τύχη να το γνωρίσω δίπλα σε έναν από τους καλύτερους – όπως φημολογείται – του είδους, το Γιάννη Γιατράκο. Ο «δάσκαλος», όπως τον αποκαλούν οι περισσότεροι, ευθύς εξαρχής μου έδωσε να καταλάβω ότι το σημαντικότερο πράγμα στην εγγλέζικη τεχνική είναι η αποκωδικοποίηση των συνθηκών που επικρατούν στον τόπο που θέλουμε να ψαρέψουμε, ώστε να προσαρμόσουμε ανάλογα την αρματωσιά μας και να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Τα ρεύματα, ο κυματισμός, η ηλιοφάνεια ή η συννεφιά παίζουν καθοριστικό ρόλο όσον αφορά τη διατροφική συμπεριφορά των ψαριών. Υπάρχουν βέβαια και δευτερεύοντες αλλά εξίσου σημαντικοί παράγοντες για την επιτυχή έκβαση ενός ψαρέματος όπως η φάση της σελήνης, η ατμοσφαιρική πίεση κ.α. αλλά ας μην περιπλέκουμε τα πράγματα τόσο. Όλα τα παραπάνω τα συνειδητοποίησα στην πράξη με τον καλύτερο τρόπο μέσα από ένα πολύωρο ψάρεμα «ειδικών» συνθηκών.
Κυριακή πρωί και η συνάντηση μεταξύ των μελών της παρέας είχε οριστεί νωρίς ώστε να τακτοποιηθούν οι τελευταίες λεπτομέρειες. Μια γρήγορη ματιά στον καιρό και μετά από μια μίνι σύσκεψη καταλήξαμε στο σημείο που θα μεταβαίναμε για το ψάρεμά μας, ένα βραχώδες πάτημα κοντά στο Λαύριο. Τον κύριο λόγο της επιλογής μας αποτέλεσε η διεύθυνση του ανέμου που στο συγκεκριμένο σημείο ερχόμενος από την ξηρά όχι μόνο δεν θα μας δυσκόλευε αλλά θα αποτελούσε και σύμμαχο για πιο μακρινές βολές.
Φτάνοντας στο σημείο, το οποίο είχαμε επισκεφτεί ξανά στο παρελθόν, τρόμαξα να το αναγνωρίσω αφού οι συνθήκες που επικρατούσαν ήταν τέτοιες που παρόμοιες δεν είχα συναντήσει ξανά. Ο ουρανός βαρύς, γεμάτος, με σύννεφα απειλητικά κι έτοιμα ανά πάσα στιγμή να μας κάνουν να καταφύγουμε στο αυτοκίνητο ώστε να γλυτώσουμε από μια επικείμενη καταρρακτώδη βροχή. Η θάλασσα, λόγω της σοροκάδας των προηγούμενων ημερών, χτυπούσε με δύναμη και σκέπαζε τα βράχια καθιστώντας το μέρος στα μάτια ενός άπειρου ψαρά ακατάλληλο για οποιαδήποτε απόπειρα ψαρέματος.
Βλέποντας τα υπόλοιπα μέλη της παρέας να κατεβαίνουν το βραχοτόπι, ακολούθησα διστακτικά το όλο εγχείρημα προσπαθώντας να εντοπίσω ένα σημείο με κύριο γνώμονα το να παραμείνω στεγνός για το υπόλοιπο της ημέρας. Το θετικό, έχοντας ξαναβρεθεί στο συγκεκριμένο μέρος, ήταν ότι γνώριζα ήδη το βάθος κι επομένως το είδος της αρματωσιάς που θα χρησιμοποιούσα για το ψάρεμά μου.
Μιά σταθερή αρματωσιά με μήκος δυό οργιές, η οποία λόγω μορφολογίας των ελληνικών ακτών δουλεύει άριστα στο 80 με 90% των περιπτώσεων θα ήταν η επιλογή μου. Ένα καλάμι μήκους 4,80 μ., ημιπαραβολικής δράσης κι ένας μηχανισμός 2500 με μπροστινά φρένα και πετονιά διαμέτρου 0.20 mm θα αποτελούσαν τον ψαρευτικό συνδυασμό μου. O φελλός, ένας μολυβωμένος waggler 4+1, περασμένος με στριφτοπαραμάνα στη μάνα, υποερματισμένος λόγω κυματισμού, ένα παράμαλλο μήκους μιας οργιάς και διαμέτρου 0.18 mm, το οποίο λόγω ρευμάτων αποδείχτηκε σοφή επιλογή, κι ένα αγκίστρι 10άρι με κρίκο ολοκλήρωσαν την αρματωσιά μου. Το δόλωμα που χρησιμοποιήσαμε, προνύμφες μύγας η αλλιώς μπιγκατίνι, έχει αποδειχθεί ότι δουλεύει άριστα χωρίς την παρουσία περαιτέρω μαλάγρας, καθώς η τελευταία πολλές φορές μπορεί να επιφέρει τα αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Οι αρματωσιές, η μία μετά την άλλη, ρίχτηκαν στο νερό και το ψάρεμα μας ξεκίνησε. Η επιτυχής έκβαση του έκανε την εμφάνισή της από πολύ νωρίς. Στη δεύτερη μόλις βολή ο φελλός εξαφανίστηκε από την επιφάνεια και μετά από μια μικρή αναμονή ώστε να σιγουρευτούμε ότι το ψάρι έχει φάει σωστά, και το κάρφωμα που επακολούθησε, ένας σαργός 450 περίπου γραμμαρίων βρέθηκε στα χέρια μου ύστερα από μια αρκετά αξιόλογη μάχη. Η συνέχεια ανάλογη. Το ένα μετά το άλλο, σαργοί αλλά και τσιπούρες αξιοσέβαστου μεγέθους κατέληγαν στην απόχη. Η ένταση και ο ενθουσιασμός ήταν τέτοια που καθ’όλη τη διάρκεια του ψαρέματος δεν αντιλήφθηκα καν ότι η θάλασσα είχε εισχωρήσει στα ενδότερα του ρουχισμού μου παρόλα τα προστατευτικά αδιάβροχα που είχα επιστρατεύσει. Το τέλος της ημέρας με βρήκε με αλιεύματα συνολικού βάρους 5 περίπου κιλών κι ενα χαμόγελο που αρνιόταν πεισματικά να εγκαταλείψει το πρόσωπό μου. Είχα πάρει για τα καλά το «βάπτισμα του πυρός»...
Συμπερασματικά μιλώντας, και λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία που αποκόμμισα την ημέρα εκείνη, ξεκίνησα στα επόμενα ψαρέματα να παρατηρώ και να αναλύω τις συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε ψαρότοπο. Ως γνωστό, η εγγλέζικη τεχνική χρησιμοποιεί πολύ λεπτά εργαλεία με σκοπό την παραπλάνηση των αλιευτικών στόχων και μέχρι πρότινος έδειχνε να τα καταφέρνει αρκετά καλά. Δυστυχώς για μας, ευτυχώς για τα ιχθυαποθέματα, τα ψάρια δείχνουν να έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν και να αποκωδικοποιούν κι αυτά με τη σειρά τους τις δικές μας επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές. Έχει παρατηρηθεί λοιπόν ότι, ενώ σε αψάρευτους τόπους η εν λόγω τεχνική εξακολουθεί να αποδίδει ικανοποιητικά, σε μέρη όπου υπάρχει πληθώρα παράκτιων ψαράδων τα αποτελέσματα είναι πενιχρά. Τι έχει συμβεί? Η γνώμη μου είναι πως τα ψάρια-στόχοι των παράκτιων αλιέων έχοντας αντιληφθεί το τι συμβαίνει έχουν αποτραβηχτεί είτε σε μεγαλύτερα βάθη είτε σε μέρη όπου η πρόσβαση από ξηράς είναι αδύνατη. Λείπει όμως μια σημαντική παράμετρος από την εξίσωση. Οι συνθήκες...
Στις κατάλληλες συνθήκες όπου η ορατότητα στο βυθό είναι περιορισμένη λόγω του έντονου κυματισμού τα ψάρια είναι φυσικό να νιώθουν πιο άνετα και οι αντιστάσεις και οι φοβίες τους να κάμπτονται. Ένας ακόμη λόγος είναι και η ανάδευση των υλικών του βυθού που φέρνει στην επιφάνεια επιπλέον τροφή και κάνει τα ψάρια να επιστρέφουν σε ρηχά σημεία για να τραφούν άφοβα, καμουφλαρισμένα καθώς νομίζουν ότι είναι από τη θολούρα. Σε τέτοιες συνθήκες λοιπόν έχουμε πολύ αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας, σε αντίθεση με τις ημέρες όπου η διαύγεια των υδάτων είναι μεγάλη λόγω της απουσίας ανέμου και κυματισμού ή λόγω της έντονης ηλιοφάνειας.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι το εγγλέζικο ψάρεμα, όντας μια τεχνική με φελλό, είναι αρκετά ευεπηρέαστο απο τις καιρικές συνθήκες. Παρότι με την πάροδο του χρόνου τα εργαλεία και οι αρματωσιές που χρησιμοποιούμε έχουν εξελιχθεί και προσπαθούν πεισματικά να καταπολεμήσουν τα καιρικά εμπόδια, δυστυχώς δεν μπορούν να παρακάμψουν και τους νόμους της Φυσικής.
Αναλογιζόμενοι όλα τα παραπάνω, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι χρόνο με το χρόνο η αναζήτηση των ψαριών αποτελεί μια αρκετά δύσκολη υπόθεση για τους παράκτιους αλιείς ανεξαρτήτως τεχνικής, ακόμη και για τεχνικές όπως το εγγλέζικο όπου η παρουσίαση και η διακριτικότητα είναι το κύριο όπλο και ύψιστης σημασίας. Αυτό που απομένει λοιπόν, καθώς οι επιλογές φαίνεται να εξαντλούνται είναι να αναζητήσουμε αυτούς τους επιπλέον παράγοντες που θα συντελέσουν στην επιτυχία μας. Ίσως αυτοί να βρίσκονται στις κατάλληλες συνθήκες. Ίσως τελικά ακόμη και το εγγλέζικο να πρέπει να αναδειχθεί σε ένα ψάρεμα... «ειδικών» συνθηκών...
το άρθρο έχει δημοσιευτεί στις 11/06/2014 στα Κυνηγετικά Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου